Περίπου 10 λεπτά σε κάθε 20 λίτρα βενζίνης χάνουν νομίμως κατά μέσο όρο οι καταναλωτές από την απουσία συστήματος αναγωγής της θερμοκρασίας των καυσίμων στους 15 βαθμούς Κελσίου στις αντλίες των πρατηρίων.
Το ποσό αυτό καρπώνονται, και θα συνεχίσουν να κερδίζουν, οι ίδιοι οι βενζινοπώλες καθώς, παρά την πολυδιαφημισμένη εγκατάσταση του συστήματος εισροών – εκροών στις αντλίες, στην πραγματικότητα εξακολουθούν να παραδίδουν ελλειμματικές ποσότητες στους καταναλωτές, ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες που οι θερμοκρασίες περιβάλλοντος είναι υψηλές και επηρεάζουν τη θερμοκρασία των αντλιών.
Στην ουσία πρόκειται για μια νόμιμη εξαπάτηση των καταναλωτών, την οποία για λόγους που ούτε οι επαγγελματίες του κλάδου, ούτε ακόμη και το υπουργείο Ανάπτυξης, μπορούν να αιτιολογήσουν, κανείς μέχρι σήμερα δεν θέλει να αντιμετωπίσει.
Το πρόβλημα της θερμοκρασίας
Το πρόβλημα είναι γνωστό εδώ και χρόνια και έχει να κάνει με το φαινόμενο συστολής και διαστολής του όγκου των καυσίμων ανάλογα με τη θερμοκρασία. Ο νόμος προβλέπει ότι η παράδοση των καυσίμων από τα διυλιστήρια στις εταιρείες εμπορίας και από αυτές στα πρατήρια γίνεται με αναγωγή της θερμοκρασίας στους 15 βαθμούς Κελσίου.
Ετσι, στα δύο πρώτα στάδια της αγοράς υπάρχει ένα σταθερό σημείο αναφοράς και αποφεύγονται φαινόμενα ελλειμματικών ή πλεονασματικών (σε θερμοκρασίες κάτω των 15 βαθμών) παραδόσεων. Αντίθετα, στη λιανική πώληση η μέτρηση γίνεται με βάση τον όγκο χωρίς αναγωγή θερμοκρασίας, με αποτέλεσμα από την άνοιξη μέχρι το φθινόπωρο οι παραδόσεις καυσίμων να είναι στην ουσία ελλειμματικές προς όφελος των πρατηριούχων, αφού οι θερμοκρασίες στην αντλία μπορεί να φτάνουν και τους 35-40 βαθμούς Κελσίου.
Ο αντίλογος λέει πως τους χειμερινούς μήνες οι επιπτώσεις αντιστρέφονται, ιδιαίτερα στις βόρειες περιοχές της χώρας όπου οι θερμοκρασίες είναι χαμηλότερες, ενώ κατά την άποψη του κλάδου των βενζινοπωλών οι αποκλίσεις αυτές (ο νόμος σήμερα αναγνωρίζει απόκλιση 0,08% για κάθε 1 βαθμό Κελσίου) θα πρέπει να θεωρούνται αποδεκτές.
Αντιδράσεις
Το υψηλό κόστος αντικατάστασης των αντλιών και οι αντιδράσεις των βενζινοπωλών ήταν αποτρεπτικός παράγοντας μέχρι σήμερα ώστε να αλλάξει το σύστημα, παρ’ ότι τόσο η Επιτροπή Ανταγωνισμού, που άνοιξε το θέμα, όσο και το υπουργείο Οικονομικών έχουν εισηγηθεί να υπάρξει ανάλογη μέτρηση και στο επίπεδο της λιανικής διάθεσης καυσίμων.
Πηγές του υπουργείου Ανάπτυξης επισημαίνουν πως πλέον το κόστος έχει υποχωρήσει σημαντικά, καθώς η τεχνολογία έχει βελτιωθεί (το σχετικό κιτ μετατροπής κοστίζει περί τα 1.000-2.000 ευρώ ανά αντλία) και εξετάζεται η επέκταση του μέτρου και στα βενζινάδικα ώστε η μέτρηση πώλησης καυσίμων στον τελικό καταναλωτή να γίνεται με βάση τους 15 βαθμούς Κελσίου.
Στην αυτεπάγγελτη γνωμοδότησή της για την αγορά καυσίμων η Επιτροπή Ανταγωνισμού «έξυσε πληγές» προτείνοντας να γίνει αναλυτική μελέτη ώστε να εξεταστούν όλες οι παράμετροι, ενώ ο ίδιος ο πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού Δ. Κυριτσάκης εξέφρασε την άποψη πως το σωστό είναι η πώληση καυσίμων να πραγματοποιείται σε όλους με αναγωγή ώστε οι τελικοί καταναλωτές να μην επιβαρύνονται με πλασματικές παραδόσεις καυσίμων. Σύμφωνα με τον ίδιο, με το μέτρο αυτό θα μπορούσε να αποκατασταθεί σταδιακά και η εμπιστοσύνη των καταναλωτών προς τους πρατηριούχους, αλλά και να αποκλειστεί η συσσώρευση στα πρατήρια πλεονασματικών ποσοτήτων καυσίμων, τα οποία σήμερα διατίθενται έναντι ανταλλάγματος προς όφελος των πρατηριούχων και μόνο, οι οποίοι εισπράττουν τίμημα για την ίδια ποσότητα καυσίμων δύο φορές, μία κατά τη λιποβαρή πώληση και δεύτερη κατά την πώληση του «περισσεύματος», χωρίς να υπάρχει καμία προς τούτο δικαιολογία.